コンテンツにスキップ

Τετάρτη

出典: フリー多機能辞典『ウィクショナリー日本語版(Wiktionary)』

τετάρτη および τέταρτη も参照。

ギリシア語

[編集]

語源

[編集]

コイネー Τετάρτη (Tetártē) < τέταρτος (tétartos) + ἡμέρα (hēméra)

発音

[編集]
  • IPA(?): /teˈtaɾ.ti/
  • 分綴: Τε‧τάρ‧τη

名詞

[編集]

Τετάρτη (Tetárti) 女性

  1. (曜日) 水曜日
ギリシア語の曜日名 (→カテゴリ)
日曜日月曜日火曜日水曜日木曜日金曜日土曜日
ΚυριακήΔευτέραΤρίτηΤετάρτηΠέμπτηΠαρασκευήΣάββατο