αεροδρόμιο

出典: フリー多機能辞典『ウィクショナリー日本語版(Wiktionary)』
ナビゲーションに移動 検索に移動

ギリシア語[編集]

語源[編集]

フランス語 aérodrome < 古典ギリシア語 ἀήρ (aḗr) + δρόμος (drómos)

発音[編集]

  • IPA(?): /a.ɛ.ɾɔ.ˈðɾɔ.mi.ɔ/
  • 分綴: α‧ε‧ρο‧δρό‧μι‧ο

名詞[編集]

αεροδρόμιο 中性(aerodrómio) (複数: αεροδρόμια (aerodrómia))

  1. 空港飛行場

類義語[編集]

同族語[編集]